ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΙΙ
Και γέλασε η Αφροδίτη που θαύμασα
το σπίτι μου χτισμένο ανάποδα
με την κορφή στον πάτο
και την αυλή
στα σύννεφα
την οροφή αναπνοή στο χώμα
κι ακόμα χαμηλώτερα
απ’τ’ άλλα της φύσης ζωντανά
που χαμήλωναν τις κεφαλές
μες στην ποτίστρα
ανελέητο το φως αντανακλούσε
στ’ αθώα μάτια τους
δίπλα στο πάνω πάτωμα
μια μάντρα σχεδόν βαμμένη
το χρώμα της ενοχής προτού
να εφευρεθεί
η συχώρεση
ζέστη απ’ το μαγκάλι ζέσταινε
την καρδιά μου
ταβάνι και υπόγειο
αιωρούνταν
λεύτερα στη μέση
κλιματισμός πατώματος
και του κοκκινολαίμη το κελάηδισμα
μια αυταπάτη που εδώ
μου μέλλονταν ν’ ανακαλύψω
την δικαιοσύνη και να εκλιπαρώ
τον ήλιο για μια σταγόνα λογικής
APHRODITE II
Aphrodite laughed at my wonder for
my dwelling constructed
from the top down
with courtyard
in the clouds and
the roof in the soil’s breath
lower than other
matters of nature: corporal
beasts lowered their heads
in the watering trough
merciless light reflected
in their innocent eyes
in the upper level
a fence almost painted
the color of guilt before
the first absolution
was invented
heat from the fireplace
warmed my heart
ceiling and basement
left in midair
air-conditioned floor
the robin’s chirp
just an illusion and here
I was meant to discover
justice and to beg the sun
for a shred of logic
One thought on “The Second Advent of Zeus”