ΠΡΩΙΜΗ ΜΕΤΑΦΟΡΑ
Πέταξα με σμάρια πουλιά
που ορμούν στο χωράφι
όταν ο καρπός έχει ωριμάσει
έχω διαλογιστεί με γιόγκις
που αυτοσυγκεντρώνονται βαθειά
στόν κόσμο με τη λεπτή επιδερμίδα
πολέμησα δίπλα σ’ αγωνιστές
που ζήτησαν
ένα ποτήρι τσάϊ
στη μέση της μάχης
περπάτησα δίπλα σ’ ασκητικούς
που μεταλλάσουν
τα σύνορα φυλών και χρωμάτων δέρματος
και σεργιανίζουν σ’ άλλες χώρες
κυρήττοντας αγάπη
Σε μια πρώϊμη μεταφορά
επιπλέω
Κάποτε σαν μεσίας του διαστημικού αιώνα
κάποτε του πλυντηρίου του υπαλλήλου σκύλος
παντοτινός αναχωρητής ανάμεσα στο σπίτι
και του ποταμού την όχθη γίνομαι.
Premature Metaphor
I have winged with the flock
that descends
where the crop is good
wandered with yogies
who sleep deep
in the world with thin flesh
fought along the warriors
who ask
for a glass of sharabat
at the height of battle
moved with ascetics
who transcend
boundaries of races and colors
roam free on other lands
preaching love
On a premature metaphor
I float.
Sometimes a space age messiah
sometimes a washer-man’s dog
-ever wandering between the house and the river bank –
I become.