ΠΡΩΤΗ ΕΞΟΔΟΣ
Ξέρεις, πέθανε πια
κι έμεινες μονάχη,
καραβοτσακισμένη, να αιωρείσαι
στους σιωπηλούς σου στεναγμούς.
Ναι, κανείς τους δεν κατάλαβε
την αγωνία στην καρδιά σου
όλη τη νύχτα, άγρυπνη.
Υποσχέθηκες να μη κλάψεις
να βγεις πρώτη φορά να δεις
τη φίλη σου. Να πιειτε έναν καφέ
σαν τις παλιές καλές ημέρες
κι εκείνη σε πληροφορεί ένα
δεντράκι πως εφύτεψαν εχθές
εκείνη με τον άντρας της
και σκέφτεσαι εσύ δεν έχεις
παρά τις σκέψεις σκοτεινές
που έρχονται κάθε νύχτα.
Πού είναι το φως που ελπίζεις
στο μέλλον σου ν’ ακολουθήσεις;
FIRST OUTING
You know he’s gone
you’re left a shipwreck
silent sobs floating
in the air to console you.
Yes nobody understood
the desperation in your heart
all night long sleepless.
You promised not to cry
to go visit your girlfriend.
To share a cup of coffee
like the good old days
and she said that with her husband
they planted a new tree
and you have none of this
but the dark thoughts
that visit you every night.
Where’s the light you hope
to follow the rest of your way?