Ο Δημήτριος Παπαρρηγόπουλος στη μοναδική σωζόμενη φωτογραφία του
Σας βεβαιώ περιπαθώς να γράψω εμελέτων,
και είχον θέμα λετοιμον κ’ εμπνεομένου στάσιν
Οπότε έλαβαν φαιδράν οι στοχασμοί μου φάσιν
Κ’ εκάγχασα την τραγικήν φενάκην καταθέτων.
Χθες έτυχε σχολαστικόν ερώντα ν’ απαντήσω,
Εκφράζοντα το πάθος του προς την πεφιλημένην,
Πώς ήρχισε νομίζετε; προσβλέπων την Ελένην
Σε αγαπώ, εφώνησεν, ο μέλλων αγαπήσω.
Κ’ εκάγχασα την τελετήν αυτήν αναπολήσας
Αλλά ησθάνθην προς αυτόν παλμούς ευγνωμοσύνης
Ως αποτρέψαντ’ απ’ εμού το βέλος της οδύνης
Με κλίσιν ρήματος το πυρ του έρωτος συγχύσας.
Διότι είναι μέγιστος ο άνθρωπος εκείνος
Ο προκαλών μειδίαμα, το έαρ, εις τα χείλη
Ευγνωμοσύνην ο θνητός και στέφανον οφείλει
Πού είναι το μειδίαμα; είναι παντού ο θρήνος.
Αρκεί, αρκεί ο στεναγμός ον η πραγματικότης
Εκ της καρδίας αποσπά ροφώσα την καρδίαν
Προς τι να διεγείρωμεν κ’ ημείς την αθυμίαν;
Προς τι το δάκρυ; αρκετά θρηνεί η ανθρωπότης.
Λοιπόν… αλλά τι έλεγον; δεν…
View original post 447 more words