Βίκυ Παπαπροδρόμου: ό,τι πολύ αγάπησα (ποίηση, πεζογραφία & μουσική)
Ακτινογραφία θώρακος
Στον Άδη πάνε οι φίλοι μας μονάχοι
και τα κρυφά τους πένθη αιμορραγούν.
Το στόμα τους μυρίζει μοσχοκάρφι.
Κουράστηκαν μυστήρια να εξηγούν.
Ανυπεράσπιστοι, μοιραίοι θεατρίνοι
με τα μαλλιά λουσμένα μπριγιαντίνη.
Η νύχτα έχει καρφίτσες και βελόνες.
Καρφιά και δηλητήρια και σκοινιά.
Ποιος γάμος μυστικός, ποιοι αρραβώνες
θα γίνουν μες στους κήπους του φονιά.
Ο κόσμος μονοσύλλαβος και τρέμει
ευνούχος τρομαγμένος σε χαρέμι.
Μες στο μυαλό μας καίει ένα ρουμπίνι
σπασμένο δάκρυ κόκκινου κραγιόν.
Κι όλα θυμίζουν μια δικαιοσύνη
και τον καπνό, που θά ’ρθουν, γυναικών.
Ποιος δίνει στη ζωή του προθεσμίες
σαν ασκητής χωρίς επιθυμίες.
Ξεφεύγεις κάθε βράδυ απ’ τις βιτρίνες
μιας επαρχίας, πάντα, μαγαζιού.
Και ντύνεσαι λαμέ και οργαντίνες
και τραγουδάς τραγούδια του συρμού.
Δεν είσαι εσύ. Μην παίζεις. Μην πειράζεις.
Στην αμαρτία το αίμα σου μην τάζεις.
Φόρεμα πράσινο. Στο πλάι πιέτες.
Τακούνια καμωμένα από φελλό.
Τι σου ’μαθαν οι σκόρπιες οι κουβέντες.
Ποιο σκηνικό θυμάσαι…
View original post 121 more words