Όνειρο
Παραδόθηκα στο Κενό,
στην κρυφή γοητεία του Μηδενός,
στο πληθωρικό Τίποτα.
Είναι σωρευτικό το Τίποτα, καθώς
συνήθως συνοδεύει ένα φιλόδοξο Κάτι
που πάντ’ αποδεικνύεται ένα τίποτα.
Και πόσο αληθινό το Μηδέν,
γέννημα ζευγαρώματος
μιας θέσης και μιας άρνησης,
που μ’ ένα μοιραίο σφιχταγκάλιασμα
αλληλομηδενίζονται.
Μόνη αλήθεια το Μηδέν.
Κι από κοντά του μηδενός η μήτρα,
το Κενό.
Ελεύθερο,
χωρίς βαρυτικά πεδία.
Βολικό κι απέραντο
για ν’ αγκαλιάζει την ψυχή μου.
Επτά χιονάτα περιστέρια την πήραν και
την πήγανε πιο πέρα απ’ την Βαρύτητα
και την αφήσαν να βουτήξει στο Κενό.
Κι ο φύλαξ του Κενού την ρώτησε:
«Χάρηκες την ζωή σου;»
Ω ναι, απάντησε η ψυχή.
Και κείνος ξαναρώτησε:
«Κι απ’ τις δικές σου τις χαρές
άλλες ψυχές χαρήκαν;»
Θαρρώ αρκετές, πάλιν απάντησε η ψυχή.
Και μόνο τότε ο φύλαξ άνοιξε
την Πύλη του Κενού,
στην Πόλη της Απόλυτης Σιωπής,
ανιδρυμένη από σοφία αιώνων,
για να ξεχνάμε τις αβάσταχτες…