Second Advent of Zeus//Δεύτερη Παρουσία του Δία

hestia_by_mbecks14-d5uvfa3

 

ΕΣΤΙΑ

Εστία σπλαχνική έχτισε το χαγιάτι μου

ηχώ καλπασμού
σε μακρινά μέρη που ακούστηκε
πάταγος από κόμμα
που άκουσα
θαυμαστικό
γυναίκειας θηλής
το εξαντλημένο δέντρο που σταμάτησε
το θρόϊσμά του κι υπήρξα
στην απροσδιόριστη διάσταση
ομόηχα τριζόνια μίλησαν για καθήκον
μια θαμπή δόση ενοχής

που έφερα σ’ αυτό τον κόσμο
απ’ τη γαλήνη των ευλογημένων ψυχών
αδιάσπαστος κρίκος
με των προγόνων την ομορφιά
οργή των βαρβάρων στο σταυρόνημα
της ιστορίας και τον ένιωσα
να γέρνει πάνω απ’ το λίκνο μου
και να μου θυμίζει κάποιο
μελλοντικό μου πόλεμο
εναντίον σκιών
και σπόρων φραγκοσύκων
το αργό πέρασμα του πόνου
είχε κιόλας αρχηνίσει

εύκολη τη μετάλλαξή μου σ’ άνθρωπο
HESTIA

The merciful Hestia built my dwelling

echo of gallop
sang in faraway lands
sound of a comma
I heard
the exclamation
of a woman’s nipple
an exhausted tree stopped
its rustle and I existed
in vague limbo
homophonic crickets spoke of duty
foggy installment of guilt

I carried into this world from
the serenity of the blessed souls
an unbroken link
to my ancestors beauty
wrath of barbarians at the cross points
of history and I felt Him
leaning over my cradle
to remind me of
my future war against
shadows and
prickly pears seeds
the slow crawl of pain
had already commenced

my easy path to humanness
~Μανώλη Αλυγιζάκη ΔΕΥΤΕΡΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑ//SECOND ADVENT OF ZEUS, by Manolis Aligizakis, συλλογή εν εξελίξει — collection in progress

Αλβέρτος Καμύ//Albert Camus

Camus a

QUOTES

“At the heart of all beauty lies something inhuman.”

«Στην καρδιά της ομορφιάς υπάρχει κάτι απάνθρωπο»

“Always go too far, because that’s where you’ll find the truth”

«Πάντα να φτάνεις στα άκρα γιατί εκεί αθ βρεις την αλήθεια»

“In order to understand the world, one has to turn away from it on occasion.”

«Για να καταλάβεις τον κόσμο πρέπει συχνά να φεύγεις μακριά του»

“When the soul suffers too much, it develops a taste for misfortune.”

«Όταν η ψυχή υποφέρει πολύ, μαθαίνει να υπομένει την κακοτυχιά»

“Do not wait for the last judgment. It comes every day.”

«Μην περιμένεις για την τελική κρίση. Συμβαίνει καθημερνά»

~ Μετάφραση στα ελληνικά ΜΑΝΩΛΗ ΑΛΥΓΙΖΑΚΗ / translation by MANOLIS ALIGIZAKIS

Δημήτρης Περοδασκαλάκης “Επι γαν μέλαιναν”

Δημήτρης Περοδασκαλάκης “Επι γαν μέλαιναν”

επι γαν μελαιναν
Εκδόσεις Γαβριηλίδης

Στην τρίτη ποιητική του συλλογή που φέρει τον τίτλο Επί γαν μέλαιναν, ο Δημήτρης Περοδασκαλάκης συνδιαλέγεται με την Ιστορία, καθώς και τον εικονοποιημένο και ταυτόχρονα φιλοσοφικό στοχασμό, κομίζοντας στην ποίηση των καιρών μας των λέξεων την μουσική , την επιλεκτική αναζήτηση στοιχείων, προσώπων και συμπεριφορών μέσα από την καθημερινότητα, ένα παιχνίδι γρίφων του λόγου με τον τόπο. Ευαίσθητος, ευφυής, με έκδηλη ευγένεια και λεπτότητα, με ικανή παιδεία που διαφαίνεται πηγαία μέσα από τους στίχους του, θυμοσοφικός, αινιγματικός, ταλαντούχος και αυθεντικός, όλα τούτα τα γνωρίσματα είναι του ανθρώπου και του έργου του μαζί.

Ο ποιητής στέργει να ψάλλει τις στιγμές, το κέντρισμα, τ’ ακούσματα, την Ιστορία σε πρώτο πλάνο αντάμα με το σήμερα. Καταγράφοντας στιγμιότυπα με το μάτι του περαστικού διαβάτη, αναπλάθει μνήμες δίχως αφηγηματικά φίλτρα, εκμαιεύοντας συγκίνηση μέσα από μια ευφυέστατη, λιτή γραφή με την ακαριαία ματιά ενός φωτογραφικού κλικ, που αποτυπώνει την στιγμή, μετουσιώνοντάς την σε στιβαρό ποιητικό λόγο.

Η τελευταία του ποιητική συλλογή μοιράζεται σε τρείς ενότητες: Επί γαν μέλαιναν (αντλημένη από ποίημα της Σαπφούς),
Στον Χάνδακα εκτάκτως και Πυξ λαξ Αναστάσιμο.

Ο κόσμος του Δ.Π. στο πρώτο μέρος Επί γαν μέλαιναν , ξετυλίγεται μπροστά μας, γήινος, ζωντανός, με την φρέσκια ματιά του παρόντος αλλά και αυτή τη νοσταλγική του παρελθόντος σε διαδοχικά, επαγωγικά επεισόδια και μορφές βαθύτατα εντυπωτικές( Η υδρόγειος σε κάδο, Η Τάξη, Νάντια Ανζουμάν ), ενώ ο δημιουργός –συχνά με λέξεις ή στίχους δάνεια από τον Ησίοδο και την Σαπφώ, τον Ηράκλειτο ή τον Χαίλντερλιν και τον Miklos Radnoti ή ακόμη και από τροπάρια ή ψαλμούς της θείας Λειτουργίας – αναπαριστά στην παλαίστρα του λόγου τον αδυσώπητο αγώνα του καθενός μας με τον εαυτό του, ιδιαίτερα στην κορύφωση του τέλους, προσδίδοντας δύναμη ικανή στο όλο ποιητικό σύνολο.

Χαμαιγενείς άνθρωποι κατοικούν τη γη/κι όμως ψηλότερα μπορούν να πάνε/
ή
Ο εμετός της Ιστορίας, τι δυσώδης /σαν την πληγή του Φιλοκτήτη
ή
Πτώμα ο λόγος όζει ήδη στο κενό/

Οι ρίζες του υπεδάφους της ποίησης, που λίγο πολύ είναι οι ρίζες μας , η ζεστή αίσθηση της σκοτεινής γης, η μνήμη που φωλιάζει σε κρυμμένες εσοχές, η υλικότητα των ανθρώπων- τόσο γήινοι, τόσο σωματικοί, τόσο άνθρωποι- σφύζουν στην ποίηση του Δημήτρη Περοδασκαλάκη, συμμετέχοντας σ’ ένα εν εγρηγόρσει όνειρο που μιμείται την πραγματικότητα.

Διψούν οι άνθρωποι διψούν/ τον κόσμο που τους δόθηκε να ζήσουν/

μαζί διψά κι ο θάνατος/ όσο νερό κι αν πίνει/Είν’ αλμυρή η σάρκα των ανθρώπων. (Δίψα σελ.42)

Τόσα παπούτσια που πηγαίνουν τους ανθρώπους/

σε δρόμους ποιους τα βήματά τους οδηγούν;

(Παπουτσωμένοι μινώταυροι σελ.55)

Τόσο στην δεύτερη όσο και στην τρίτη ενότητα της συλλογής (Στον Χάνδακα εκτάκτως και Πυξ λαξ Αναστάσιμο) η πόλη είναι αυτή που δονεί, ταλανίζει, εμπνέει τον ποιητή, τον κάνει ν’ αναρωτηθεί, να πλάσει, ν’ αναζητήσει θαύματα. Θαύματα που συμβαίνουν δίπλα μας και περιμένουν κάποιον να τ’ ανακαλύψει.

Τα μνημεία
-Μαρτινέγκο, Πύλη Παντοκράτορα, Ναός Αγ. Πέτρου-
τ’ αγάλματα
-Ελ Γκρέκο, το άγαλμα του Αγνώστου στρατιώτη –
κάποιες χαρακτηριστικές φιγούρες της πόλης του Ηρακλείου
–Ο κλόουν στα Λιοντάρια, Του μπάρμπα Φώτη τ’ αργαστήρι, Αδάμης, ο ηφαίστειος σιδεράς , ο γέρων παπάς της γειτονιάς-
καθώς και η φύση με την θέα της

μικρούλα μια ροδομηλιά/τρεμόπαιζε στο δείλι με τους ύμνους/
ντύνονται με το φίνο ένδυμα των στίχων, που υφαίνουν η νόηση, η ανάμνηση και η έμπνευση, συνυπογράφοντας μικρές παραστάσεις, δηλωτικές εκφάνσεις του ωραίου.

Ο ποιητής πολεμά στην δική του γλώσσα με την ειδική οικονομία των λέξεών της, απέναντι σε ότι τον στοιχειώνει και τον γητεύει , έχοντας ως αφετηρία τον δικό του τόπο κι εποχή. Εναγώνια μυστικός ή μεταφυσικός στα ποιήματα (Εκτάκτως ο Λόρκα στο Χάνδακα, Ο Δομίνικος στο πάρκο, υπέροχα ποιήματα και τα δυο)

με θραύσματα μαγικού ρεαλισμού στις ‘’Σκαλωσιές’’

Δίπλα στη θάλασσα πόσα κελιά/τάφοι κοχύλια που βουίζουν ψαλμωδίες-

όπως και στο ποίημα ’’Αδάμ που ει;’’

Δυο φλογισμένοι κότσυφες/με μια αστραπή στο ράμφος τους/έγιναν άνθρωποι γυμνοί που’ φυγαν απ’ το δέντρο/

συμπυκνώνει και μεταδίδει βέβαια και ποιοτική ποιητική συγκίνηση.

Στο ‘’Θερινό σινεμά’’ καταθέτει περίτεχνα ευρηματική μνήμη και φαντασία χωρίς εξιδανικεύσεις, ενώ το θρησκευτικό στοιχείο( το θείο και οι τελετουργίες του) αποτελεί από μόνο του μια ολόκληρη θεματική ενότητα –Πυξ λαξ Αναστάσιμο(Άγγελος της Πρωτομαγιάς, Πωλείται, Το μάθημα, Δια χειρός, Για λίγη λάμψη, Λόγος γεγραμμένος, Πυξ λαξ αναστάσιμο).
Ένα ακόμα στοιχείο που είναι ολοφάνερο μέσα στο παρόν ποιητικό έργο, είναι η κοινωνική ευαισθησία που διέπει τον ίδιο τον Δ.Π. και η θέση που παίρνει απέναντι στις ευαίσθητες (αν και πολλάκις άγρια λοιδορούμενες στην εποχή μας)κοινωνικές ομάδες

(Τρίτη ηλικία, άτομα με ειδικές ανάγκες, μετανάστες, άτομα που διώχθηκαν από απολυταρχικά καθεστώτα ή ανήκουν σε χαμηλά κοινωνικά στρώματα), η οποία τον ωθεί να γράψει μερικούς από τους πλέον έξοχους στίχους του (Νάντια Ανζουμάν-από τα ωραιότερα μικρά ποιήματα της συλλογής),

Είναι η Νάντια Ανζουμάν/’εαρ γλυκύ στον κήπο της Χεράτ

Μοίρα Αλλοδαπή, Του κανενός το τζάκετ, η κόρη της Βεργίνας, Αθηνά και Ορέστης ανίατοι, δυο γέροντες Δεκέμβρη στο μπαλκόνι) αποδεικνύοντας την ποιότητά του σαν άνθρωπος και σαν δημιουργός.
Ένα από τα τεχνάσματα του ποιητικού λόγου , που γνωρίσαμε κυρίως στον Καβάφη, είναι η χρήση της ειρωνείας. Ο Περοδασκαλάκης την υιοθετεί μ’ επιτυχία, σε αρκετά ποιήματα του γ’ μέρους και δεν διστάζει να την μεταχειριστεί με θελκτικό τρόπο. Δεν την αφήνει να διαποτίζει ολόκληρο το ποίημα, αλλά απλά της επιτρέπει να ξεπηδά στους δυο τελευταίους στίχους, λειτουργώντας παραινετικά και με μιαν ιδιαίτερη κομψότητα:
Πιο συνθηματικός να γίνεις ουρανέ/η πόρτα δεν ανοίγει σε αγνώστους/

Δρομέας νύχτας/

Ανύποπτος για τα τροχαία δωματίου/
Έχει οπωσδήποτε αλλάξει η τεχνική/ωστόσο η Ιστορία παραμένει/το πιο διάσημο του κόσμου bodyline./

Στην παρούσα συλλογή είναι εμφανής η βαθιά οικείωση του ποιητή με την Σπιναλόγκα-τρία ποιήματα της ανήκουν- και με ότι αυτή σηματοδοτεί- ουσιαστικά το καθεστώς της αρρώστιας,

Μακρύ τ’ αγκάθι φυτεμένο στο νησί/
Χανσενικών γενιές σ’ αγκίστρι μοίρας/
Καλές ψαριές ενός γιατί/
Που τρύπησε βαθιά ψυχή και σώμα./
(Σπιναλόγκα Ι σελ.36)

σε μεταφυσικές παραλλαγές που ανατροφοδοτούν την θλίψη και το ζόφο –
Απέναντι η Σπιναλόγκα/
Πανσέληνοι νεκροί σκαρφαλωμένοι στα τειχιά/
Στήνουν τ’ αυτί τους για ν’ ακούσουν/
(Πυξ λαξ αναστάσιμο σελ72)

πασχίζοντας ωστόσο να βρει τρόπους εξόδου από έναν κύκλο φθοράς και θανάτου.

Η αναδρομική βίωση επαναφέρει στην επιφάνεια την οδύνη της απώλειας
Έφυγε ξαφνικά ο ποιητής-/
ήταν Χριστούγεννα που ο θίασος τον πήρε.
Έμεινε μόνο το σκυλί στο Θροφαρί/
‘’Γραμματική’’ το φώναζε./
( Κόκαλο χάρτινο, μνήμη Αργύρη Χιόνη)

Παρακάτω ένας πρωτογενής ρυθμός (μελωδία)εκπορεύεται από την μαιανδρική κίνηση-βοή χορού αρχαίας τραγωδίας
Θα χάσει η γη / θα χάσει η γη / Δεν το μπορεί / Δεν το μπορεί / Το μελανό της χρώμα
(Αλλαγή χρώματος)

ενώ η αυθεντική δραματική διάσταση στο ποίημα ‘’Τηλέφωνος θάνατος’’, λειτουργεί ως σηματωρός.

Πως ταξιδεύει απ’ το τηλέφωνο ένας θάνατος;
Ποιο ρυμουλκό τον φέρνει στη ζωή μας;

Η ποιητική της αφήγησης συντίθεται ανάλογα με τα υλικά που διαθέτει ο δημιουργός και αναδεικνύεται ανάλογα με τις ικανότητες, την φαντασία και την εμπειρία του.

Μα που αλλού να ολολύξω;/

Πόνος δικός μου είναι ο κόσμος/
Και μαύρο πάντα το κακό/
Όσο κι αν του λευκαίνουνε τα δόντια/
(Πυρκαγιά)

Σημασία έχει η αίσθηση και η επίγευση που αφήνει τελικά στον αναγνώστη η εκάστοτε κοινωνία του με τον ποιητικό λόγο. Και η επίγευση που αφήνει η ποίηση του Δημήτρη Περοδασκαλάκη είναι πολυεπίπεδη, λεπταίσθητη και συνάμα δυνατή, όπως αυτή ενός εξαιρετικού και σπάνιου κρασιού που προορίζεται για απαιτητικούς ουρανίσκους.

Τα άψογα αισθητικά και μορφικά τούτα ποιήματα, που μας παραδίδει ο σεμνός, σπουδαίος ποιητής των Νεοελληνικών γραμμάτων, τα γραμμένα με έμπνευση και μεγάλη γλωσσική και τεχνική δεινότητα , συμπεριλαμβάνονται σ’ αυτά τα έργα, που μόνον οξυδερκείς δημιουργοί-παρατηρητές και αναπλάστες μπορούν να συλλάβουν και να αποτυπώσουν με την τέχνη τους διαχρονικά.

αντιγρ περο
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΕΡΟΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ

Γεννήθηκε στο Καστέλλι Φουρνής Λασιθίου το 1965. Σπούδασε ελληνική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, όπου και έκανε τις μεταπτυχιακές του σπουδές. Υπηρετεί στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση και διδάσκει στο Τμήμα Φιλολογίας στη Φιλοσοφική Σχολή Ρεθύμνου. Έχει δημοσιεύσει άρθρα για την αρχαία ελληνική τραγωδία και τη νεοελληνική ποίηση. Έχει εκδώσει, μέχρι στιγμής τέσσερις ποιητικές συλλογές. “Μες στο Λευκό και μες στο Μαύρο” (Γαβριηλίδης 2005), “Με τον ξένο” (Γαβριηλίδης 2008), ‘’Επί γαν μέλαιναν’’ Γαβριηλίδης 2012 κ ‘’Παιχνίδι ανοιχτό’’
Γαβριηλίδης 2015.

Επίσης το έργο ’’Σοφοκλής-Τραγικό θέαμα και ανθρώπινο πάθος’’ από τις εκδόσεις

Gutenberg.

unnamed (2) (1)
Η Ρένα Πετροπούλου – Κουντούρη είναι συγγραφέας-ποιήτρια.

http://www.cantfus.blogspot.gr

 

 

Tasos Livaditis//Τάσος Λειβαδίτης

35774-tl

OLD SONG

The garden railings are wet from the rain like the poor who
are left outside
but as night falls a flute or a star speaks for the whole
universe —
when we were children we would hide under the stairs and when
we would come out we had left behind a royal fate
silence makes the world bigger, sorrow more just
and later as young men we hugged the first tree and
narrated our past to it
joyless days that you’ve passed yet you’ve left behind an emotional
memory
and I who was crazy for the future now in agony I observe the movement
of the clock’s fingers.

Until one night a man goes along the road singing.
Where have you heard this song before? You don’t remember.
Yet nostalgia of all you dreamed off shivers in that song. You
stand by the window
and listen as if enchanted. And suddenly at the turn of the road
the song stops. Everything vanishes. Quiet.
And what you’ll do now?

ΠΑΛΙΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ

Τα κάγκελα του κήπου υγρά απ’ τη βροχή σαν τους φτωχούς που
τους αφήνουν έξω
αλλά καθώς βραδιάζει ένα φλάουτο κάπου ή ένα άστρο συνηγορεί
για όλη την ανθρωπότητα —
σαν ήμασταν παιδιά κρυβόμαστε κάτω απ’ τη σκάλα κι όταν βγαί-
ναμε είχαμε αφήσει εκεί ένα βασιλικό πεπρωμένο
η σιωπή κάνει τον κόσμο πιο μεγάλο η θλίψη πιο δίκαο
κι αργότερα νέοι αγκαλιάσαμε το πρώτο δέντρο και του διηγηθή-
καμε τα περασμένα
άχαρες μέρες που φύγατε κι όμως αφήσατε μια ανάμνηση συγκινη-
τική
κι εγώ που υπήρξα τρελός για το αύριο κοιτάζω τώρα με αγωνία να
προχωρούν οι λεπτοδείχτες στα ρολόγια.

Ώσπου μια νύχτα ένα διαβάτης περνάει στο δρόμο τραγουδώντας.
Πού έχεις ξανακούσει το τραγούδι αυτό; Δε θυμάσαι.
Κι όμως η νοσταλγία όλων όσων ονειρεύτηκες τρέμει μες στο τρα-
γούδι. Στέκεσαι στο παράθυρο
κι ακούς σα μαγεμένος. Κι άξαφνα σε κάποια στροφή του δρόμου το
τραγούδι σβήνει. Όλα χάνονται. Ησυχία.
Και τώρα τί θα κάνεις;

~Tasos Livaditis, translated by Manolis Aligizakis, Libros Libertad, 2014

CANTO GENERAL-PABLO NERUDA

pablo-neruda-vinilo-20-poemas-de-amor-y-1-cancion-desesper_mlc-f-2989414531_082012

UNITED FRUIT CO.

When the trumpet sounded, all was
prepared on earth
and Jehovah parceled the world
to Coca-Cola Inc, Anaconda,
Ford Motors and other entities;
the United Fruit Company Inc
reserved for itself the juiciest coast of my country
the sweet waist of America.
it re-baptized its territories
as the “Banana Republics,”
and over the dead people
upon the restless heroes
who brought about greatness
and flags and freedom
it established the Opera Bufa:
it alienated self-destiny
regaled Ceasar’s crowns,
unsheathed envy, drew
the dictatorship of flies:
Trujillo flies, Tacho flies
Carias flies, Martinez flies
Ubico flies, flies soaked
in humble blood and marmalade
drunk flies that drone
over the common graves
circus flies, clever flies
versed in tyranny.

Among the bloodthirsty flies
the Fruit Company disembarks
ravaging coffee and fruits
for its ships that spirit away
our submerged land’s treasures
like serving trays.

Meanwhile, in the seaports’
sugary abysses,
Indians collapsed, buried
in the morning mist:
a body rolls down, a nameless
thing, a fallen number
a bunch of lifeless fruit
dumped in the rubbish heap.

ΕΝΩΜΕΝΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΦΡΟΥΤΩΝ

Καθώς ακούστηκε η τρομπέτα
όλα ετοιμάστηκαν στη γη
κι ο Ιεχωβάς διαίρεσε τον κόσμο
σε Κόκα-Κόλα ΑΕ, Ανακόντα,
Φόρντ Μότορς και σ’ άλλες μονάδες.
Η Ενωμένη Εταιρεία Φρούτων
κράτησε την πιο χυμώδη ακτή της χώρας μου
τη γλυκιά ζώνη της Αμερικής.
Ξαναβάφτισε τις εκτάσεις της
δημοκρατίες της μπανάνας
και πάνω στα νεκρά σώματα
πάνω στους ακοίμητους ήρωες
που δόξασαν τον τόπο
με σημαίες και μ’ ελευθερία
εγκαθίδρυσε την γελοία Όπερα:
αποξένωσε τη μοίρα του τόπου
πρόσφερε κορώνες του Καισαρικές
ξεσπάθωσε τη ζήλεια, γέννησε
των μυγών τη δικτατορία:
της μύγας Τρουχίλο, μύγας Τάχο
μύγας Καρία, μύγας Μαρτίνεζ
μύγας Ουμπίκο. Μύγες βουτηγμένες
στο ταπεινό αίμα και στη μαρμελάδα
μύγες μεθυσμένες που πετούσαν
πάνω απ’ τα κοινά νεκροταφεία
μύγες του τσίρκου, έξυπνες μύγες
δασκαλεμένες στην τυρρανία.

Ανάμεσα στις διψασμένες για αίμα μύγες
η Ενωμένη Εταιρεία Φρούτων αρχίζει
ν’ αρπάζει καφέ και φρούτα
για τα πλοία της που πήραν μακριά
τους θησαυρούς της βουλιαγμένης μου πατρίδας
σαν σε δίσκους σερβιρισμένους.

Στο μεταξύ, στων λιμανιών
στη ζαχαρένια άβυσσο
οι Ινδιάνοι κατέρρευσαν και θάφτηκαν
στην πρωινή ομίχλη:
ένα σώμα που κατρακυλά ανώνυμο
ένας αριθμός που έπεσε
ένα μάτσο σαπισμένα φρούτα
που πέταξαν στο σωρό των σκουπιδιών.

~Canto General, by Pablo Neruda, translated from English to Greek by Manolis Aligizakis

Great Initiates–KRISHNA

krishna-youngEdouard_Schuré_01

From the Great Initiates–KRISHNA

Indian and Brahmanic Initiation

He who creates worlds without ceasing is threefold. He is Brahma, the Father; he is Maya, the Mother; he is Vishnu, the Son; Essence, Substance and Life, each include the others, and all three are one in the Ineffable.

~Brahmanic Doctrine, Upanishads

Thou carriest within thee a sublime Friend whom thou knowest not. For God dwells in the inner part of every man, but few know how to find Him. The man who sacrifices his desires and his works to the Beings from whom the principles of everything stem, and by whom the Universe was formed, through this sacrifice attains perfection. For one who finds his happiness and joy within himself, and also his wisdom within himself is one with God. And, mark well, the soul which has found God is freed from rebirth and death, from old age and pain, and drinks the water of Immortality.

~Bhagavad-Gita

ΚΡΙΣΝΑ

Μύηση Ινδών και Βραχμάνων

Αυτός που δημιουργεί τους κόσμους αέναα είναι τρίπτυχος. Είναι ο Βράχμα ο Πατέρας, η Μάγια η μητέρα κι είναι ο Βίσνου ο Υιός. Ουσία, Υπόσταση και Ζωή το κάθε ένα περιλαμβάνει τα άλλα δύο κι όλα μαζί αποτελούν το Ανέκφραστο.

~Δογματισμός των Βραχμάνων, Ουπανισάντς

Είσαι αυτός που περιέχει στο είναι σου τον ανυπέρβλητο φίλο που καν δεν γνωρίζεις. Γιατί ο Θεός υπάρχει στο είναι του κάθε ανθρώπου αλλά λίγοι γνωρίζουν πώς να τον βρουν. Ο άνθρωπος που θυσιάζει τις επιθυμίες και τα έργα του στις υπάρξεις από τις οποίες στοιχειωδώς τα πάντα που αποτελούν την Οικουμένη πηγάζουν με τη θυσία του αποκτά τελειότητα. Γιατί αυτός που ανακαλύπτει την ευτυχία και τη σοφία μέσα του ταυτίζεται με το Θεό. Και σημειώστε το καθαρά η ψυχή που έχει φτάσει στο Θεϊκό έχει απελευθερωθεί από τις συνεχείς αναγεννήσεις και θανάτους, απ’ τα γηρατειά και τον πόνο και πίνει το νερό της Αθανασίας!

~ Μπαγκαβάντ Γκίτα

~Translated into Greek by Manolis Aligizakis

Tasos Livaditis-Selected Poems/Τάσου Λειβαδίτη Εκλεγμένα Ποιήματα

Tasos Livaditis_Vanilla

ΑΥΤΟ ΤΟ ΑΣΤΕΡΙ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΜΑΣ

Ναι, αγαπημένη μου. Πολύ πριν να σε συναντήσω
εγώ σε περίμενα. Πάντοτε σε περίμενα.

Σαν ήμουνα παιδί και μ’ έβλεπε λυπημένο η μητέρα μου
έσκυβε και με ρωτούσε. Τί έχεις αγόρι;
Δε μίλαγα. Μονάχα κοίταζα πίσω απ’ τον ώμο της
έναν κόσμο άδειο από σένα.
Και καθώς πηγαινοέφερνα το παιδικό κοντύλι
είτανε για να μάθω να σου γράφω τραγούδια.
Όταν ακούμπαγα στο τζάμι της βροχής είταν που αργούσες
ακόμα
όταν τη νλύχτα κοίταζα τ’ αστέρια είταν γιατί μου ελίπανε τα
μάτια σου
κι όταν χτύπαγε η πόρτα μου κι άνοιγα
δεν είτανε κανείς. Κάπου όμς μες στον κόσμο είταν η
καρδιά σου που χτυπούσε.

Έτσι έζησα. Πάντοτε.
Κι όταν βρεθήκαμε για πρώτη φορά — θυμάσαι ; — μου
άπλωσες τα χέρια σου τόσο τρυφερά
σαν να με γνώριζες από χρόνια. Μα και βέβαια
με γνώριζες. Γιατί πριν μπείς ακόμα στη ζωή μου
είχες πολύ ζήσει μέσα στα όνειρά μου
αγαπημένη μου.

THIS STAR IS FOR ALL OF US

When I was a child and my mother would see me sad
she would lean down and ask. What is it my boy?
I wouldn’t talk. I would only look behind her shoulder
at a world without you.
And as I would go back and forth with the pencil
it was as if I learned to write songs for you.
When I would touch the wet glass of the window it was
because you were late
when at night I would gaze the stars it was
because I missed your eyes
and when my doorbell rang and I opened
no one was there. However somewhere in the world
your heart was beating.

I’ve lived this way. Always.
And when we first met—you remember?—you
opened your arms ever so tenderly
as though you had known me for years. But of course
you knew me. Because before you came to my life
you had lived in my dreams
my beloved.

Τάσου Λειβαδίτη-Εκλεγμένα Ποιήματα/ Μετάφραση Μανώλη Αλυγιζάκη
Tasos Livaditis-Selected Poems/Translated by Manolis Aligizakis

Tasos Livaditis-Selected Poems/Τάσου Λειβαδίτη Εκλεγμένα Ποιήματα

35774-tl

ΤΟ ΑΓΓΙΓΜΑ

      Καθώς προχωρούσα στό διάδρομο, είδα μέ τρόμο, ότι η ρωγμή

στόν τοίχο είχε μεγαλώσει καί δέν τήν σκέπαζε πιά η πανοπλία πού

βάζαμε μπροστά, ετοίμασα λοιπόν, τά πράγματά μου, μά έπρεπε

πρώτα ν’ αποχαιρετίσω εκείνο τό γέρο, ερχόταν τίς νύχτες κρυφά

καί μάς διηγόταν τήν ατέλειωτη γλύκα αυτού τού μάταιου κόσμου,

      ώσπου, σιγά σιγά, ύστερα από τόση εγκατάλειψη σχεδόν πιά δέ

φαινόμουν, καί μόνο τά παλιά πορτρέτα μέ γνώριζαν, γιατί ήταν κι

εκείνα αθέλητα μέσα στόν κόμσο, όμως, τά βράδια, αυτό τό άγγιγ-

μα βέβαια φανταστικό, αλλά στό τέλος πάντα νικούσε, κι έστρεφα

τά μάτια μόλο πού δέν ήταν κανείς, «είστε εδώ;» ρώταγα — τί

άλλο μπορούσα νά κάνω.

TOUCH

As I walked in the hallway, in horror I saw that the crack

on the wall was bigger and the armour we placed before it

didn’t cover it anymore so I prepared my things, but first

I had to say goodbye to that old man who secretly came at night

and told us about the endless sweetness of this futile world,

     until, slowly after so much abandonment I was almost

invisible and only the old portraits recognized me because

they were also unwillingly in the world however at night

this touch, imaginary of course though at the end always

victorious and I turned my eyes although no-one was

around “are you here” I would ask—what else could

I do?

Translated by Manolis Aligizakis/Μετάφραση Μανώλη Αλυγιζάκη

ken's

Evening Vesper

In limpid mirror let me

see my idol fresh off

the evening’s vesper

imperceptible touch

dreamy incline of thought

pasted on plain sight

eulogy flying over my head

to meet my likeness

in two worlds

which the real

which the idol

the identical twins we must be—

upper world where we fly

underworld where we dwell

step by step where we learn

its girth and birth where one

plus one always equals oneness

Ύμνος Εσπέρας

Στο διάφανο καθρέφτη άσε με  να δώ

το είδωλό μου φρέσκο στον ύμνο

της εσπέρας, ανεπαίσθητο άγγιγμα,

ονειρεμένη σκέψη ανυψωμένη,

και κολλημένη σε απλή ματιά

ευλογία που πετά πάνω απ’ το κεφάλι μου

να βρει το ομοίωμά μου

δυο κόσμοι, ποιος ο αληθινός

και ποιο το είδωλο

μονωογενείς δίδυμοι είμαστε

επάνω κόσμος που πετούμε

κάτω κόσμος που ρίζες απλώνουμε

βήμα το βήμα διδασκόμαστε

το πλάτος και το μάκρος του

εκεί που ένα και ένα έχουν σαν

αποτέλεσμα την απόλυτη μονάδα

~Ποίημα Μανώλη Αλυγιζάκη/PoembyManolisAligizakis

~Πίνακας Ken Kirkby/Painting by Ken Kirkby

~ “Mythography”/ “Μυθογραφία”

www.libroslibertad.ca