ΟΙ ΜΕΡΕΣ είχαν αρχίσει να μεγαλώνουν, όταν ήρθαν αυτοί που
ξέρουν να περιμένουν
σαν την παρθενία, οι γυναίκες ταράχτηκαν κι έγειραν άξαφνα
όπως η υπομονή μες στον πολύν καιρό, εμείς ακουμπισμένοι στ’
αμόνια
κοιτάζαμε τήν πόλη ερημωμένη, κι ά, τί φριχτές σκηνές από πα-
νάρχαια γεγονότα,
κι όταν, στο γέρμα του ήλιου εκείνοι ξανάφυγαν και τα γαβγίσμα-
τα των σκυλιών
όλο και πιο πολύ μεγάλωναν την απόσταση, δεν έμεινε
παρά το μοναχικό άστρο κι η μυρουδιά που είχε το άχυρο
στην παιδική ηλικία.
THE DAYS had become longer when the ones who know how
to wait arrived
like virginity, women stirred and suddenly stooped
like patience in the infinity of time and we bowed over
the anvils and
we gazed the deserted city and yes the horrible images coming
from ancient events
and when at sundown those people left and the barking
of dogs
slowly made the distance longer only the lone star was left
and the odor of hay emitted from our childhood years.
~Τάσου Λειβαδίτη-Εκλεγμένα Ποιήματα/Μετάφραση Μανώλη Αλυγιζάκη
~Tasos Livaditis-Selected Poems/Translated by Manolis Aligizakis
http://www.authormanolis.wordpress.com
υπομονή
NOSTOS and ALGOS//Νόστος και Άλγος
ΡΕΥΜΑΤΑ
Με υπομονή κι επιμονή
κράτησες τη ζωή σου ανάμεσα
σε πλημμυρίδα χαρωπή
κι άμπωτη μελαγχολική
συχνά πήγες μπροστά
και πίσω αμέτρητες φορές
κι έδωσες και πήρες
και δίδαξες κι έμαθες
ίσαμε την υγρή εκείνη όχθη
του ήρεμου Αχαίροντα
με το μεθυστικό ρυθμό του
προς μια κατεύθυνση
την τελική
που πιθανόν και να μην είναι
έχεις να δείς ακόμα τόσα
κι έχεις να πείς πολλά
ακόμα τόσες ν’ αγκαλιάσεις
χαρές και λύπες
πρέπει λοιπόν να υπάρχει
κι άλλη μια φορά.
Σίγουρα πρέπει
να υπάρχει.
Οπωσδήποτε
πρέπει.
TIDES
With persistence and patience
you coached your body
to the ebb and slow
current of melancholy tide
often you went forth and
many a time you reclined back
taking and giving
learning and teaching
until the final Acheron
with its undulating end
going one direction
and you know
this better not be the final
still you have
many things to see
many goals to pursue
still you have
many people to touch
joys and sorrows to live
then, there must be
another time
there must be
it must
~NOSTOS AND ALGOS, Ekstasis Editions, Victoria BC, 2012
ΕΜΒΑΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΩΚΕΑΝΟΥ/OCEAN’S MARCH
ΕΜΒΑΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΩΚΕΑΝΟΥ
Είχαμε τον κήπο στην άκρη της θάλασσας.
Απ’ τα παράθυρα γλυστρούσε ο ουρανός
κ’ η μητέρα
στο χαμηλό σκαμνί καθισμένη
κεντούσε τους αγρούς της άνοιξης
με τ’ ανοιχτά κατώφλια των άσπρων σπιτιών
με τα όνειρα των πελαργών στην αχυρένια στέγη
γραμένη στη γλαυκή διαφάνεια.
Εσύ δεν είχες έλθει ακόμη.
Κοιτούσα τη δύση και σ’ έβλεπα
—μια ρόδινη ανταύγεια στα μαλλιά σου
—ένα μειδίαμα σκιάς βαθιά στη θάλασσα.
Η μητέρα μου κρατούσε τα χέρια.
Μα εγώ
πίσω απ’ τον τρυφερό της ώμο
πίσω απ’ τα μαλλιά της τα χλωμά
στρωτά μ’ ένα άρωμα υπομονής κ’ ευγένειας
κοιτούσα σοβαρός τη θάλασσα.
Ένας γλάρος με φώναζε
στο βάθος της εσπέρας
εκεί στη γαλανή καμπύλη των βουνών
OCEAN’S MARCH
We had the garden by the seashore.
The sky slipped through the windows
and mother sitting
on her low stool
embroidered the fields of spring
with the open doorsteps of white houses
with the dreams of storks in the straw roof
sketched on the glaucous diaphaneity.
You hadn’t come yet.
I looked at the west and saw you
—a rosy reflection on your hair
—a shadowy smile deep in the sea.
Mother held my hands.
But I
behind her tender shoulder
behind her pale hair
smoothed by fragrances of patience and kindness
I looked solemnly at the sea.
A seagull was calling me
at the depth of the evening
there in the light blue contour of the mountains.
Γιάννη Ρίτσου-Εκλεγμένα Ποιήματα/Μετάφραση Μανώλη Αλυγιζάκη
Yannis Ritsos-Selected Poems/Translated by Manolis Aligizakis