Tasos Livaditis//Τάσος Λειβαδίτης

35774-tl

OLD SONG

The garden railings are wet from the rain like the poor who
are left outside
but as night falls a flute or a star speaks for the whole
universe —
when we were children we would hide under the stairs and when
we would come out we had left behind a royal fate
silence makes the world bigger, sorrow more just
and later as young men we hugged the first tree and
narrated our past to it
joyless days that you’ve passed yet you’ve left behind an emotional
memory
and I who was crazy for the future now in agony I observe the movement
of the clock’s fingers.

Until one night a man goes along the road singing.
Where have you heard this song before? You don’t remember.
Yet nostalgia of all you dreamed off shivers in that song. You
stand by the window
and listen as if enchanted. And suddenly at the turn of the road
the song stops. Everything vanishes. Quiet.
And what you’ll do now?

ΠΑΛΙΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ

Τα κάγκελα του κήπου υγρά απ’ τη βροχή σαν τους φτωχούς που
τους αφήνουν έξω
αλλά καθώς βραδιάζει ένα φλάουτο κάπου ή ένα άστρο συνηγορεί
για όλη την ανθρωπότητα —
σαν ήμασταν παιδιά κρυβόμαστε κάτω απ’ τη σκάλα κι όταν βγαί-
ναμε είχαμε αφήσει εκεί ένα βασιλικό πεπρωμένο
η σιωπή κάνει τον κόσμο πιο μεγάλο η θλίψη πιο δίκαο
κι αργότερα νέοι αγκαλιάσαμε το πρώτο δέντρο και του διηγηθή-
καμε τα περασμένα
άχαρες μέρες που φύγατε κι όμως αφήσατε μια ανάμνηση συγκινη-
τική
κι εγώ που υπήρξα τρελός για το αύριο κοιτάζω τώρα με αγωνία να
προχωρούν οι λεπτοδείχτες στα ρολόγια.

Ώσπου μια νύχτα ένα διαβάτης περνάει στο δρόμο τραγουδώντας.
Πού έχεις ξανακούσει το τραγούδι αυτό; Δε θυμάσαι.
Κι όμως η νοσταλγία όλων όσων ονειρεύτηκες τρέμει μες στο τρα-
γούδι. Στέκεσαι στο παράθυρο
κι ακούς σα μαγεμένος. Κι άξαφνα σε κάποια στροφή του δρόμου το
τραγούδι σβήνει. Όλα χάνονται. Ησυχία.
Και τώρα τί θα κάνεις;

~Tasos Livaditis, translated by Manolis Aligizakis, Libros Libertad, 2014

The Prophet-Khalil Gibran//Ο Προφήτης

84702

LOVE, Khalil Gibran (The Prophet)

Then said Almitra, Speak to us of Love.

And he raised his head and looked upon the people, and there fell a stillness upon them. And with a great voice he said:

When love beckons to you, follow him, though his ways are hard and steep. And when his wings enfold you yield to him, though the sword hidden among his pinions may wound you.

And when he speaks to you believe in him, though his voice may shutter your dreams as the north wind lays waste the garden.

For even as love crowns you so shall he crucify you. Even as he is for your growth so is he for your pruning.

Even as he ascends to your height and caresses your tenderest branches that quiver in the sun, so shall he descend to your roots and shake them in their clinging to the earth.

Like sheaves of corn he gathers you unto himself.
He threshes you to make you naked.
He sifts you to free you from your husks.
He grinds you until you are pliant;
And then he assigns you to his sacred fire, that you may become sacred bread for God’s sacred feast.

All these things shall love do unto you that you may know the secrets of your heart, and in that knowledge become a fragment of Life’s heart.

But if in your fear you would seek only love’s peace and love’s pleasure, then it is better for you that you cover your nakedness and pass out of love’s threshing floor, into the season-less world where you shall laugh, but not all of your laughter, and weep but not all of your tears.

Love gives naught but itself and takes naught but from itself.
Love possesses not nor would it be possessed;
For love is sufficient unto love

When you love you should not sat, “God is in my heart” but rather, “I’m in the heart of God.”

And think not you can direct the course of love, for love, if it finds you worthy, directs your course.

Love has no other desire but to fulfil itself. But if you love and must needs have desires, let these be your desires:

To melt and be like a running brook that sings its melody to the night.

To know the pain of too much tenderness.

To be wounded by your own understanding of love; and to bleed willingly and joyfully.

To wake at dawn with a winged heart and give thanks for another day of loving;

To rest at the noon hour and meditate love’s ecstasy;

To return home at eventide with gratitude;

And then to sleep with a prayer for the beloved in your heart and a song of praise upon your lips.

Αγάπη (Χαλίλ Γκιμπράν «Ο Προφήτης»)
Tότε η Αλμήτρα είπε: Μίλησε μας για την Αγάπη.
Κι εκείνος, ύψωσε το κεφάλι του κι αντίκρισε το λαό κι απλώθηκε βαθιά ησυχία.Και με φωνή μεγάλη είπε:
Όταν η αγάπη σε καλεί, ακολούθησέ την, μόλο που τα μονοπάτια της είναι τραχιά κι απότομα. Κι όταν τα φτερά της σε αγκαλιάσουν, παραδώσου, μόλο που το σπαθί που είναι κρυμμένο ανάμεσα στις φτερούγες της μπορεί να σε πληγώσει.
Κι όταν σου μιλήσει, πίστεψε την, μ’ όλο που η φωνή της μπορεί να διασκορπίσει τα όνειρά σου σαν το βοριά που ερημώνει τον κήπο.
Γιατί όπως η αγάπη σε στεφανώνει, έτσι και θα σε σταυρώσει. Κι όπως είναι για το μεγάλωμα σου, είναι και για το κλάδεμά σου.
Κι όπως ανεβαίνει ως την κορφή σου και χαϊδεύει τα πιο τρυφερά κλαδιά σου που τρεμοσαλεύουν στον ήλιο,
έτσι κατεβαίνει κι ως τις ρίζες σου και ταράζει την προσκόλληση τους στο χώμα.
Σα δεμάτια σταριού σε μαζεύει κοντά της.
Σε αλωνίζει για να σε ξεσταχιάσει.
Σε κοσκινίζει για να σε λευτερώσει από τα φλούδια σου.
Σε αλέθει για να σε λευκάνει.
Σε ζυμώνει ώσπου να γίνεις απαλός.
Και μετά σε παραδίνει στην ιερή φωτιά της για να γίνεις ιερό ψωμί για του Θεού το άγιο δείπνο.
Όλα αυτά θα σου κάνει η αγάπη για να μπορέσεις να γνωρίσεις τα μυστικά της καρδιάς σου και με τη γνώση αυτή να γίνεις κομμάτι της καρδιάς της ζωής.
Αλλά αν από το φόβο σου, γυρέψεις μόνο την ησυχία της αγάπης και την ευχαρίστηση της αγάπης,
Τότε, θα ήταν καλύτερα για σένα να σκεπάσεις τη γύμνια σου και να βγεις έξω από το αλώνι της αγάπης. Και να σταθείς στον χωρίς εποχές κόσμο όπου θα γελάς, αλλά όχι με ολάκερο το γέλιο σου και θα κλαις, αλλά όχι με όλα τα δάκρυά σου.
Η αγάπη δε δίνει τίποτα παρά μόνο τον εαυτό της και δεν παίρνει τίποτα παρά από τον εαυτό της. Η αγάπη δεν κατέχει κι ούτε μπορεί να κατέχεται, γιατί η αγάπη αρκείται στην αγάπη.
Όταν αγαπάς, δε θα ‘πρεπε να λες: «Ο Θεός είναι στην καρδιά μου», αλλά μάλλον «Εγώ βρίσκομαι μέσα στην καρδιά του Θεού».
Και μη πιστέψεις ότι μπορείς να κατευθύνεις την πορεία της αγάπης, γιατί η αγάπη, αν σε βρει άξιο, θα κατευθύνει εκείνη τη δική σου πορεία.
Η αγάπη δεν έχει καμιά άλλη επιθυμία εκτός από την εκπλήρωσή της. Αλλά αν αγαπάς κι είναι ανάγκη να έχεις επιθυμίες, ας είναι αυτές οι επιθυμίες σου: Να λιώσεις και να γίνεις σαν το τρεχούμενο ρυάκι που λέει το τραγούδι του στη νύχτα.
Να γνωρίσεις τον πόνο της πολύ μεγάλης τρυφερότητας.
Να πληγωθείς από την ίδια την ίδια τη γνώση σου της αγάπης. Και να ματώσεις πρόθυμα και χαρούμενα.
Να ξυπνάς την αυγή με καρδιά έτοιμη να πετάξει και να προσφέρεις ευχαριστίες για μια ακόμα μέρα αγάπης. Να αναπαύεσαι το μεσημέρι και να στοχάζεσαι την έκσταση της αγάπης.
Να γυρίζεις σπίτι το σούρουπο με ευγνωμοσύνη στην καρδιά
Και ύστερα να κοιμάσαι με μια προσευχή για την αγάπη που έχεις στην καρδιά σου και μ’ έναν ύμνο δοξαστικό στα χείλη σου.

~The Prophet by Khalil Gibran//Ο Προφήτης του Καλίλ Γκιμπράν.

Hour of the Stars/Οι Ώρες των Άστρων

10255262_707962025913052_1628846779_n

ΛΕΩΝ

Οἱ λόχμες τῶν ἀξόδιαστων πόθων
καμαρώνουν τήν χήτη τοῦ λέοντα
τόν Αὔγουστο τόν σαραντάπηχο
ἐμπροστά στοῦ ἥλιου τό σπήλαιο
καί τίς ἁπλωμένες ἐλπίδες τῶν κήπων.

LEO

Thickets of unspent lust
admire the lion’s mane
during the forty yard August
before the cave of the sun and
the spread hope of the gardens

~Δημήτρη Λιαντίνη-Οι Ώρες των Άστρων/Μετάφραση Μανώλη Αλυγιζάκη
~Dimitris Liantinis-Hour of the Stars/Translated by Manolis Aligizakis

Cloe and Alexandra/Translated by Manolis Aligizakis

Cloe and Alexandra_cover_aug265

Ενοχή (της Χλόης Κουτσουμπέλη)

Ένοχη, το ομολογώ.
Το τελευταίο ποίημα το έγραψα για σένα.
Ελαφρυντικά μου η βροχή,
τα ατέλειωτα τσιγάρα, το αλκοόλ
ίσως και το κορμί σου
ως ανάμνηση αυτού που δεν υπήρξε.
Στην πραγματικότητα έγραφα για τα άλλα
για εκείνη την ιστορία με τον Κήπο,
για το ότι δεν τόλμησες
δεν έμαθες
δεν ρώτησες.
Κι έτσι χθες βράδυ, το ομολογώ
για σένα έγραψα έναν στίχο
γυμνό και λυπημένο
σ’ αυτό το μουτζουρωμένο πάντα ημιτελές

ποίηματηςζωήςμου.

Guilt (By Cloe Koutsoubelis)

I’m guilty, I confess.

The last poem I wrote for you.

Mitigating circumstances: the rain

the endless cigarettes, alcohol

perhaps even your body

as memory of what never happened.

In reality I wrote about some other things

for that story in the Garden,

that you never took the courage

you never learned

you never asked.

And last night, I confess

I wrote a verse for you

sorrowful and naked

in this smudgy always half finished

poemofmylife.

 

 

 

ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΡΟΥΧΟ (της Αλεξάνδρας Μπακονίκα)

Από καιρό την πολιορκούσε
κι όταν τη βρήκε στην αμμουδιά,
ανάμεσα σε γνωστούς και φίλους
άπλωσε την πετσέτα δίπλα της,
κι όπως ξάπλωναν κοντά, την άγγιξε.
Στάθηκε τυχερός με την άμεση
ανταπόκρισή της: Σηκώθηκε και τον οδήγησε
στο απόκρυφο ακρογιάλι.
Σταμάτησαν απόμερα,
και με την πείρα της στους άνδρες
γνώριζε την έξαψη που προκαλούσε ολόγυμνη,
πέταξε και το τελευταίο ρούχο από πάνω της
και μπαινόβγαινε στο νερό.
Μπαινόβγαινε πολλές φορές
κι επιδειχτικά, σαν να του έλεγε:
«Θα πεθάνεις από λατρεία για μένα».

 

THE LAST GARMENT (by Alexandra Bakonika)

For a long time he had courted her
and when he found her on the beach
among acquaintances and friends,
he spread his towel beside her,
and as they lay very close, he touched her.
He got lucky
and was somehow surprised
by her immediate response:
she stood up and led him
to a secluded beach.
Remote, they stopped
and from experience gained from former
love affairs
she knew the heat
she caused when stark naked.
She threw off the final piece of her garments
and started going in and out of the water.
She got in and out many times
and flamboyantly
as if to tell him:
“ Die wanting me.”