•ξερή• με τα παππούδια Στους καφενέδες• ζάρια στο τάβλι• Κοκκαλιά και κηφηνόσβωλο• μέσα Σε φωνές• και χάχανα•και πυκνό καπνό• Που νιώθω βέβαια να με πνίγουν• Όπως η Μόρα κάτι νύχτες Ταραχής και αγρύπνιας• ή Ο κακός βραχνάς Ότι αυτό που υπήρξα κάποτε Σε φως λιγοστό Θα γίνει τώρα μια χαψιά Στο μαύρο σκοτάδι• και όμως• Τύχη αγαθή και πάλι• Φεύγω τουλάχιστον όρθιος Κάτω από μονόμουντζες Και μούτρα κατεβασμένα Και βλαστήμιες βαριές [“Τα κοράκια που θα σε σηκώσουν, Κωλόπαιδο!]• Αλλά με τις τσέπες γεμάτες• Φορτωμένος Από τόσα ξένα κόλλυβα•
*
•τώρα έκανα αυτό•[ασήμαντο]•και Πιο μετά θα κάνω εκείνο• και το άλλο•[αδιά- Φορο]•τριγυρισμένος από διάφορες σκέ- Ψεις• όπως το να κόψω Στη μέση δυο λέξεις• Όπως άλλοι Κόβουν το βήχα• Το τσιγάρο• τα χάπια• Τα πολλά πολλά με το υπερπέραν• Ή τους συγγενείς που γίνονται Πιο φορτικοί κι από φαντάσματα• τώρα Είπα ν’ ανεβώ μια κακοτράχαλη Κατηφόρα• όλο χοχλάδια και θάμνα• και
Το σώμα, πρέπει να πεις, δεν είναι το σώμα σου.
Πρέπει να στολίζουμε τους νεκρούς μ’ ένα τριαντάφυλλο στο στήθος,
Μ’ ένα στεφάνι από μυρτιά.
Αγαπήσωμεν αλλήλους,
Το σώμα του άντρα ας μη φοβάται
Το σώμα της γυναίκας, εν ομονοία, εν σιωπή,
Αγαπήσωμεν αλλήλους,
Το σώμα της γυναίκας τρέμει και πλησιάζει.
Μας προστατεύει πίσω η σκιά,
Μας φοβίζει ο έρωτας, μας ταξιδεύει ο ύπνος,
Εν ομονοία, εν σιωπή,
Μας παίρνει τέλος ο θάνατος, αγαπήσωμεν αλλήλους,
Και μας τοποθετεί μες στο ερμάρι του.
(Πρέπει να το προσέχεις το σώμα κι όταν είναι άνοιξη
Να ετοιμάζεις την εορτή του μ’ ένα τριαντάφυλλο στο στήθος,
Μ’ ένα στεφάνι από μυρτιά.)
Εκεί ’ναι τα χέρια με τ’ ακίνητα δάχτυλα.
Εκεί τα μάτια κι όσα κρύβουν τα μάτια
Κλεμμένα από το φως, όπως άδεια κοχύλια.
Τα χείλη τα κατάκλειστα και ραγισμένα.
(Δε θα ζητούμε τίποτα, που δεν μπορεί να δοθεί, Και δε θα…
Εργασίες ενοποίησης στον αρχαιολογικό χώρο Φιλίππων
Ο αρχαιολογικός χώρος των Φιλίππων, ενταγμένος στον κατάλογο μνημείων παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO, ο εμβληματικός χώρος της Εφορείας Αρχαιοτήτων Καβάλας – Θάσου, το τρέχον έτος θα υποδεχθεί τους εκατοντάδες επισκέπτες του έχοντας μια ανανεωμένη εικόνα ως αρχαία πόλη.
Τα κορίτσια ψιμυθιώνονται να μη φανούν
Στο καθαρό φως, κρύβοντας την ψυχή,
Το γαλάζιο αίμα της ωραιότητος. Δεν ονειρεύονται
Να ζήσουν, διαβάζουν μυθιστορήματα και κάποτε δακρύζουν.
Θα ’θελαν ν’ αυτοκτονήσουν φτάνοντας ως ένα όνειρο.
Θα ’θελαν να σβήσουν όλα τα χαμόγελα
Στον χιλιοθώρητο καθρέφτη, όπως
Τριαντάφυλλα σε ναρκισσιακά νερά. Κανείς δεν πέφτει να πνιγεί,
Εκεί στο βάθος που περνούν εξαίσια είδωλα
Παλαιών πνιγμών: η Ηλιογέννητη, η Μαργαρίτα…
Άραγε υπάρχουμε;
Υπάρχουν ακόμα κάποιες εικόνες;
Αυτήν εδώ δεν τη βρίσκει το δοξάρι του Έρωτα,
Καθώς είπε κάποιος, έχει μια υφή αγοριού,
Θυμίζοντας τον Ερμαφρόδιτο. Αυτή εκεί
Μοιάζει με ξένη που ήρθε από μακριά και δε γνωρίζει
Τη γλώσσα, τα ονόματα των λουλουδιών.
Αυτή μαθαίνει τα φώτα να λάμπουν,
Καθώς είπε κάποιος, έχει ένα δικό της φως,
Που μεταδίδεται και πληθαίνει, δεν μπορείς να πλησιάσεις.
Κι αυτή εδώ έχει κάτι από σκοτάδι
Στο πρόσωπο, από κείνο που θαμπώνει Τα μάτια, τα…
Πρέπει να ’χεις περάσει από χαρτοπαίγνιο
Και να ’χεις αγρυπνήσει νύχτες πολλές,
Για να μπορείς ν’ αλλάζεις την τύχη,
Όπως αλλάζει κανείς χειρόκτια.
Τα χειρόκτια είναι, αλήθεια,
Από τα πιο σημαντικά πράγματα του κόσμου,
Όπως τ’ άδεια κοχύλια, τα πετράδια, τα κλειδιά.
Αγαπώ απ’ όλα τούτα πιο πολύ
Τα χειρόκτια, για τη συγγένεια
Με τ’ αληθινά χέρια και την τυφλή θεά.
Έχουν σχέση βαθιά τα χέρια, τα χειρόκτια κι η τύχη,
Ο ύπνος και το ξημέρωμα,
Η γέννηση κι ο θάνατος.
Παίζοντας με τραπουλόχαρτα είναι σα να ξιφουλκείς
Να σκοτώσεις τ’ αντρείκελα που παίζουν.
Μα το ξίφος σου είναι ξύλινο και δεν μπορείς,
Γίνεσαι αντρείκελο και συ και παίζεις με την ψυχή σου.
Σαν χάσεις την ψυχή σου, δεν έχεις να παίξεις
Με ποιον — παίζεις με τον εαυτό σου,
Μόνος, αντικριστά, ενώπιος ενωπίω.
Σαν χάσεις τον εαυτό σου, δεν έχει να παίξεις Με ποιον — έρχεται ο…