CAVAFY//ΚΑΒΑΦΗΣ

c-p-cavafy

ΓΙΑ ΝΑΡΘΟΥΝ

Ένα κερί αρκεί. Το φώς του αμυδρό
αρμόζει πιο καλά, θάναι πιο συμπαθές
σαν έρθουν της Αγάπης, σαν έρθουν η Σκιές.
Ένα κερί αρκεί. Η κάμαρη απόψι
να μην έχει φως πολύ. Μέσα στην ρέμβην όλως
και την υποβολή, και με το λίγο φώς—
μέσα στην ρέμβην έτσι θα οραματισθώ
για νάρθουν της Αγάπης, για νάρθουν η Σκιές.

SO THEY WILL COME

One candle is enough its dim light
will be more suitable hospitable
when the shadows come, the shadows of Love.

One candle is enough. Tonight the room
should not have too much light. Deep in reverie,
in subjection, and in the low light—
completely in reverie I shall envisage
the coming of the shadows, the shadows of Love.
~ΚΑΒΑΦΗ-ΠΟΙΗΜΑΤΑ, μετάφραση Μανώλη Αλυγιζάκη
~CAVAFY-POEMS, translated by Manolis Aligizakis
http://www.libroslibertad.ca

Νίτσε: Να γίνουμε πιο τρυφεροί

800px-Nietzsche187a

Όταν αγαπούμε, σεβόμαστε και θαυμάζουμε κάποιον και κατόπιν όταν βλέπουμε ότι υποφέρει, – πάντα με κατάπληξη επειδή μας φαίνεται απαράδεκτο η ευτυχία που αναβλύζει από μέσα του να μην προέρχεται από μια πηγή προσωπικής ευτυχίας.
– τα αισθήματα της αγάπης, της εκτίμησης και του θαυμασμού μεταμορφώνονται ουσια¬στικά: γίνονται πιο τρυφερά, δηλαδή το χάσμα που μας χωρί¬ζει μοιάζει να γεφυρώνεται, και μια προσέγγιση ίσου προς ίσον φαίνεται να πραγματοποιείται.
Τώρα, μας φαίνεται δυνατό να του δώσουμε ένα αντάλλαγμα, ενώ προηγουμένως τον φα-νταζόμαστε ανώτερο από την ευγνωμοσύνη μας. Αυτή η ικα¬νότητα να δίνουμε σε αντάλλαγμα μας εξυψώνει και μας προ¬καλεί μεγάλη χαρά.
Προσπαθούμε να μαντέψουμε τι μπορεί να καταπραΰνει τον πόνο του φίλου μας και του το προσφέ¬ρουμε. Αν θέλει λόγια, βλέμματα, προσοχή, υπηρεσίες, τονω¬τικά, δώρα, – του τα δίνουμε.

Αλλά πριν απ’ όλα: αν θέλει να υποφέρουμε με το θέαμα του πόνου του, προσφερόμαστε να υποφέρουμε μαζί του, γιατί όλα αυτά μας παρέχουν την από¬λαυση της ενεργητικής ευγνωμοσύνης: αυτό ισοδυναμεί με την λέξη, στην καλή εκδίκηση.
Αν δεν θέλει να δεχτεί και δεν δέχεται τίποτα από μας, τότε απομακρυνόμαστε ψυχροί και θλιμμένοι, σχεδόν πληγωμένοι: είναι σα να απορρίπτουν την ευγνωμοσύνη μας, – και σ’ αυτό το θέμα τιμής, ακόμη και ο καλύτερος άνθρωπος είναι εύθικτος.
Απ’ όλα αυτά, συμπεραί¬νουμε ότι, στην πιο ευνοϊκή περίπτωση, υπάρχει κάτι ταπεινω¬τικό στην οδύνη, ενώ στη συμπόνια υπάρχει κάτι που εξυψώνει και δίνει υπεροχή, κι αυτό είναι που χωρίζει για πάντα αυτά τα δύο αισθήματα.

http://www.antiklidi.com

George Seferis//Γιώργος Σεφέρης

220px-Giorgos_Seferis_1963

Γιώργος Σεφέρης – αποσπάσματα από την αλληλογραφία στην αγαπημένη του Μαρώ

«Η αυγή με κρυφοκοιτάζει από τα κλειστά παντζούρια. Ξύπνησα μέσα σε μια διακοπή-ένα λάκκο της λογικής μου και της ψυχραιμίας μου-είμαι μόνο μία φωνή και μία επιθυμία. Δεν είμαι τίποτε άλλο παρά ένας άνθρωπος που πονεί διαβολεμένα. Δεν ξέρω τίποτε άλλο παρά πως ξύπνησα καίγοντας και δεν ήσουν πλάι μου. Και είναι μεγάλη κόλαση αυτό, και μου είναι αδιάφορα όλα τα άλλα»
«Είμαι βαρύς από ένα σωρό συναισθήματα που δε θέλω να ξεσπάσουν. Μία μέρα, αργότερα-ποιος ξέρει αν μας είναι γραφτή λίγη γαλήνη ακόμη-θα είμαι κοντά σου, θα κλείσω τα μάτια και θα τα αφήσω να βγουν…φαίνεται σήμερα σ’ αγαπώ σιωπηλά.»
«όταν πάει να πάρει κανείς μια μεγάλη απόφαση, ποτέ δε μπορεί να τα δει όλα. Βλέπει έναν κύκλο σαν το μισοφέγγαρο, μισό φωτεινό και μισό σκοτεινό. Πάνω στο φωτεινό μέρος βάζει όλη του τη λογική. Πάνω στο σκοτεινό όλη του την παλικαριά και την πίστη….»
«Πόσα πράγματα που έχω να σου πώ ή να σου δείξω και που δε μ’ άφησε η λαχανιασμένη ζωή μας. Όλα τα πράγματα που λέει κανείς όταν πέσει λίγη μπουνάτσα, όταν ξεδιψάσει λίγο, και είναι σίγουρος πως δε θα χάσει τον άνθρωπό του…»
«…Αν είχα χρήματα, λες.
Μα αν είχα οτιδήποτε απ΄αυτά που δεν έχω, δε θα είχα εσένα.
Έτσι αγαπώ όλη μου τη ζωή γιατί ήρθε ως εσένα, τέτοια που ήταν κι όχι άλλη…»
«…Χτές πρώτη φορά, το βράδυ, ύστερα απο τόσον καιρό έπιασα λίγη λογοτεχνική δουλειά. Ήταν σα να είχες νυστάξει μέσα στη σκέψη μου και να σ΄είχε πάρει ο ύπνος.»
«…ξέρεις πόσο πολύ είναι για μένα οι λίγες στιγμές μαζί σου;»
«…σου είπα ένα σωρό πράγματα, αλλά εκείνο που ήθελα να πω και μ έκανε να μουντζουρώσω τόσο χαρτί δεν το είπα: είναι σκληρή η ζωή χωρίς εσένα και άδικη…»
«Σε συλλογίζομαι.
Σήμερα το πρωί ξυπνώντας ήσουν εκεί. Θα σε ξαναβρώ πάλι σε κάποια γωνιά του σπιτιού μου να ξεμυτίζεις.
Κι όλα αυτά είναι ο,τι είναι.
Κάποτε βαριά….»

AUTUMN LEAVES

12063462_167231683631456_8618851483504133518_n

ΑΓΑΠΗΣ ΠΟΙΗΜΑ

Γράψε μου ένα ποίημα
είπες
που να μιλά γι’ αγάπη

τα χείλη σου θα περιγράφει
είπα
το χρώμα τους θα υπογραμίζει

θα συλλαμβάνει το γελάκι τους
κι έσκυψα με δέος περισσό

σα να `μουν μπρος στο άγαλμα
τ’ ολόγυμνο του Έρωτα

 

autumn leaves cover

LOVE POEM

Write a poem for me
you said
to talk of love

it’ll describe your lips
I said
their smile it will capture

their color it will accentuate
and I bowed in awe

as if before the statue
of naked Eros

 

http://www.ekstasiseditions.com

 

Κωστής Παλαμάς//Kostis Palamas

Kostis_Palamas

HEDONISM

A fleshless string of beads made of songs
I haven’t given you today
with the spells and games of a charmer
I’ll cloy you, my love.

Naked. And like a vine I’ll climb
to taste your body that devours me
the tender hairs of your mound
with my fingers I’ll conflagrate

wine that enraptures and milk that soothes
to sleep drop by drop I’ll bring
to moisten you with all my body

and on your white sculptured legs
two vases that drive me crazy
my honey like a maniac, at last, I’ll ejaculate.

ΗΔΟΝΙΣΜΟΣ
Ἀπὸ τραγούδια ἒν᾿ ἄυλο κομπολόϊ
σ᾿ ἐσὲ δεν ἦρθα σήμερα να δώσω.
Με τα παιγνίδια ἐγὼ θα σε λιγώσω
και με τα ξόρκια, ἀγάπη μου, ἑνὸς γόη.

Γυμνοί. Και σαν κισσὸς θα σκαρφαλώσω
για να φάω το κορμί σου που με τρώει.
Του λαγκαδιοῦ σου τη δροσάτη χλόη
με το χέρι θρασὰ θα την πυρώσω.

Το κρασὶ που ξανάφτει και το γάλα
που κοιμίζει, θα φέρω στάλα-στάλα,
μ᾿ ὅλο μου τὸ κορμί, νὰ σὲ ποτίσω.

Και στα πόδια σου τ᾿ ἀσπροσκαλισμένα,
δύο βάζα που μου παίρνουνε τα φρένα,
στερνὴ μανία το μέλι μου θα χύσω.

 

~Κωστή Παλαμά, μετάφραση Μανώλη Αλυγιζάκη

The Prophet-Khalil Gibran//Ο Προφήτης

84702

LOVE, Khalil Gibran (The Prophet)

Then said Almitra, Speak to us of Love.

And he raised his head and looked upon the people, and there fell a stillness upon them. And with a great voice he said:

When love beckons to you, follow him, though his ways are hard and steep. And when his wings enfold you yield to him, though the sword hidden among his pinions may wound you.

And when he speaks to you believe in him, though his voice may shutter your dreams as the north wind lays waste the garden.

For even as love crowns you so shall he crucify you. Even as he is for your growth so is he for your pruning.

Even as he ascends to your height and caresses your tenderest branches that quiver in the sun, so shall he descend to your roots and shake them in their clinging to the earth.

Like sheaves of corn he gathers you unto himself.
He threshes you to make you naked.
He sifts you to free you from your husks.
He grinds you until you are pliant;
And then he assigns you to his sacred fire, that you may become sacred bread for God’s sacred feast.

All these things shall love do unto you that you may know the secrets of your heart, and in that knowledge become a fragment of Life’s heart.

But if in your fear you would seek only love’s peace and love’s pleasure, then it is better for you that you cover your nakedness and pass out of love’s threshing floor, into the season-less world where you shall laugh, but not all of your laughter, and weep but not all of your tears.

Love gives naught but itself and takes naught but from itself.
Love possesses not nor would it be possessed;
For love is sufficient unto love

When you love you should not sat, “God is in my heart” but rather, “I’m in the heart of God.”

And think not you can direct the course of love, for love, if it finds you worthy, directs your course.

Love has no other desire but to fulfil itself. But if you love and must needs have desires, let these be your desires:

To melt and be like a running brook that sings its melody to the night.

To know the pain of too much tenderness.

To be wounded by your own understanding of love; and to bleed willingly and joyfully.

To wake at dawn with a winged heart and give thanks for another day of loving;

To rest at the noon hour and meditate love’s ecstasy;

To return home at eventide with gratitude;

And then to sleep with a prayer for the beloved in your heart and a song of praise upon your lips.

Αγάπη (Χαλίλ Γκιμπράν «Ο Προφήτης»)
Tότε η Αλμήτρα είπε: Μίλησε μας για την Αγάπη.
Κι εκείνος, ύψωσε το κεφάλι του κι αντίκρισε το λαό κι απλώθηκε βαθιά ησυχία.Και με φωνή μεγάλη είπε:
Όταν η αγάπη σε καλεί, ακολούθησέ την, μόλο που τα μονοπάτια της είναι τραχιά κι απότομα. Κι όταν τα φτερά της σε αγκαλιάσουν, παραδώσου, μόλο που το σπαθί που είναι κρυμμένο ανάμεσα στις φτερούγες της μπορεί να σε πληγώσει.
Κι όταν σου μιλήσει, πίστεψε την, μ’ όλο που η φωνή της μπορεί να διασκορπίσει τα όνειρά σου σαν το βοριά που ερημώνει τον κήπο.
Γιατί όπως η αγάπη σε στεφανώνει, έτσι και θα σε σταυρώσει. Κι όπως είναι για το μεγάλωμα σου, είναι και για το κλάδεμά σου.
Κι όπως ανεβαίνει ως την κορφή σου και χαϊδεύει τα πιο τρυφερά κλαδιά σου που τρεμοσαλεύουν στον ήλιο,
έτσι κατεβαίνει κι ως τις ρίζες σου και ταράζει την προσκόλληση τους στο χώμα.
Σα δεμάτια σταριού σε μαζεύει κοντά της.
Σε αλωνίζει για να σε ξεσταχιάσει.
Σε κοσκινίζει για να σε λευτερώσει από τα φλούδια σου.
Σε αλέθει για να σε λευκάνει.
Σε ζυμώνει ώσπου να γίνεις απαλός.
Και μετά σε παραδίνει στην ιερή φωτιά της για να γίνεις ιερό ψωμί για του Θεού το άγιο δείπνο.
Όλα αυτά θα σου κάνει η αγάπη για να μπορέσεις να γνωρίσεις τα μυστικά της καρδιάς σου και με τη γνώση αυτή να γίνεις κομμάτι της καρδιάς της ζωής.
Αλλά αν από το φόβο σου, γυρέψεις μόνο την ησυχία της αγάπης και την ευχαρίστηση της αγάπης,
Τότε, θα ήταν καλύτερα για σένα να σκεπάσεις τη γύμνια σου και να βγεις έξω από το αλώνι της αγάπης. Και να σταθείς στον χωρίς εποχές κόσμο όπου θα γελάς, αλλά όχι με ολάκερο το γέλιο σου και θα κλαις, αλλά όχι με όλα τα δάκρυά σου.
Η αγάπη δε δίνει τίποτα παρά μόνο τον εαυτό της και δεν παίρνει τίποτα παρά από τον εαυτό της. Η αγάπη δεν κατέχει κι ούτε μπορεί να κατέχεται, γιατί η αγάπη αρκείται στην αγάπη.
Όταν αγαπάς, δε θα ‘πρεπε να λες: «Ο Θεός είναι στην καρδιά μου», αλλά μάλλον «Εγώ βρίσκομαι μέσα στην καρδιά του Θεού».
Και μη πιστέψεις ότι μπορείς να κατευθύνεις την πορεία της αγάπης, γιατί η αγάπη, αν σε βρει άξιο, θα κατευθύνει εκείνη τη δική σου πορεία.
Η αγάπη δεν έχει καμιά άλλη επιθυμία εκτός από την εκπλήρωσή της. Αλλά αν αγαπάς κι είναι ανάγκη να έχεις επιθυμίες, ας είναι αυτές οι επιθυμίες σου: Να λιώσεις και να γίνεις σαν το τρεχούμενο ρυάκι που λέει το τραγούδι του στη νύχτα.
Να γνωρίσεις τον πόνο της πολύ μεγάλης τρυφερότητας.
Να πληγωθείς από την ίδια την ίδια τη γνώση σου της αγάπης. Και να ματώσεις πρόθυμα και χαρούμενα.
Να ξυπνάς την αυγή με καρδιά έτοιμη να πετάξει και να προσφέρεις ευχαριστίες για μια ακόμα μέρα αγάπης. Να αναπαύεσαι το μεσημέρι και να στοχάζεσαι την έκσταση της αγάπης.
Να γυρίζεις σπίτι το σούρουπο με ευγνωμοσύνη στην καρδιά
Και ύστερα να κοιμάσαι με μια προσευχή για την αγάπη που έχεις στην καρδιά σου και μ’ έναν ύμνο δοξαστικό στα χείλη σου.

~The Prophet by Khalil Gibran//Ο Προφήτης του Καλίλ Γκιμπράν.

The Prophet-Ο Προφήτης

84702

Brief were my days among you and briefer still the words
I have spoken but should my voice fade in your ears and
my love vanish in your memory, then I shall come again

Σύντομες ήταν οι μέρες μου ανάμεσά σας κι ακόμα συντομότερες
οι λέξεις που έχω πει μα όταν η φωνή μου αχνοσβύσει στ’ αυτιά σας
κι η αγάπη μου ξεθωριάσει απ’ τη μνήμη σας τότε θα ξαναγυρίσω

~ The Prophet by Kahlil Gibran//Ο Προφήτης του Καλίλ Γκιμπράν

UBERMENSCH — ΥΠΕΡΑΝΘΡΩΠΟΣ

ubermensch_cover

FUNERAL

We buried him, yesterday afternoon, in the freshly dug soil,
a small twig that he was, the poet with his thin gray beard.
His only sin: so much he loved the birds that didn’t come
to his funeral.
The sun went down behind the army barracks where the future
dead slept and the lone hawk, lover of songs, sat on the oak
branch; women lamented for the day’s yellow rapture and after
approving everything the hawk flew away, as if to define
distance. Wind blew over the surface of the lake searching
for the traitor who had run to the opposite shore where
judgement was passed and the ancient cross remained with
no corpse.
Everyone felt joyous, wine and finger food had to do with it
the hawk returned without news and the beggar extended
his hand and softly begged:
“two bits, man, God bless your soul, two bits.’

ΚΗΔΕΙΑ

Χθες το απόγευμα, τον θάψαμε στο φρεσκοσκαμμένο χώμα,
λες να `τανε βλαστάρι ενός δεντρού, το ποιητή με τ’ αραιό
γκρίζο γενάκι. Μόνη του αμαρτία που αγαπούσε πολύ
τα πουλιά κι αυτά ξέχασαν στην κηδεία του να έρθουν.
Ο ήλιος έδυσε πίσω απ’ το στρατόπεδο με τους νεκρούς
της αύριον και το γεράκι, μονιάς της λαγκαδιάς, καθόταν
στης οξιάς κλαδί. Γυναίκες κλάψαν για το κίτρινο συναίσθημα
της μέρας και το γεράκι αφού όλα τα επιδοκίμασε, πέταξε
μακρυά τις αποστάσεις για να καθορίσει, ο αγέρας φύσηξε
πάνω απ’ τη λίμνη, λες κι έψαχνε για τον προδότη που είχε
πάει στην αντιπέρα όχθη, εκεί που κρίνονται οι δίκαιοι
κι ο πανάρχαιος σταυρός έμεινε δίχως κορμί.
Όλοι ένιωσαν ευέλπιστοι απ’ το κρασί και τους μεζέδες,
ξανάρθε το γεράκι δίχως να φέρει νέα κι ο ζητιάνος έτεινε
το χέρι και καλοκάγαθα ψυθίριζε:
‘ελεημοσύνη χριστιανοί, ελεημοσύνη.’

~Υπεράνθρωπος/Ubermensch, Ekstasis Editions, Victoria, BC, 2013

YANNIS RITSOS-SELECTED POEMS

ritsos front cover

THE SIN

They left, they left – he said. They stayed – he said in a while. They stayed.
They exist.
Gullible days, wasted. And there were a few trees.
The roofs leaned their shoulders more impressively. George,
on top of the ladder, was fixing the plaster festoon
of the neoclassical house. Further down in the harbor
the longshoremen were creating a havoc. They carried
large wooden boxes tied with ropes. Two dogs
walked edge to edge in the street. Those days
we enclosed in parentheses the most important things. Him
with the black patch over his right eye, gaping at the shabby
display-windows, he collected (perhaps also on our behalf) a few objects,
match boxes, words, images and some other nameless and
invisible things –
always clumsy, with his muddy shoes and completely innocent.
The absolute – he said – is our grievest sin. And as the lights
were turned on
on ships, in bars, in patisseries, they underscored exactly that.

Η ΑΜΑΡΤΙΑ

Έφυγαν, έφυγαν,—έλεγε. Έμειναν—έλεγε σε λίγο. Έμειναν.
Είναι.
Εύπιστες μέρες, χαμένες. Ήταν και λίγα δέντρα.
Οι στέγες έγερναν ενδοτικότερα τους ώμους τους. Ο Γιώργης
πάνω στη σκάλα διόρθωνε τη γύψινη γιρλάντα
νεοκλασικού σπιτιού. Πιο κάτω, στο λιμάνι
πρωτοστατούσανε οι φορτοεκφορτωτές. Κουβαλούσαν
μεγάλα ξύλινα κασόνια δεμένα με σκοινιά. Δυο σκύλοι
πήγαιναν άκρη άκρη στο δρόμο. Κείνες τις μέρες
το κυριώτερο το κλείναμε σε παρενθέσεις. Αυτός
με τον επίδεσμο στο δεξί μάτι χάζευε τις φτωχές βιτρίνες
μάζευε (πιθανόν και για λογαριασμό μας) κάτι ελάχιστα αντικείμενα,
σπιρτόκουτα, λέξεις, εικόνες και κάτι άλλα ανώνυμα και αόρατα—
αδέξιος πάντα, με τα λασπωμένα του παπούτσια, κι ολότελα αθώος.
Το απόλυτο—είπε—είναι η βαθιά μας αμαρτία. Κι όπως ανάβαν τα
φώτα
στα πλοία, στα μπάρ, στα ξενοδοχεία, αυτό ακριβώς υπογραμμίζαν.

“Yannis Ritsos-Selected Poems”, Ekstasis Editions, summer-fall, 2013
Poetry by Yannis Ritsos, Translated by Manolis Aligizakis

Image from Toronto, a week ago/Εικόνα από το Τορόντο πριν μια βδομάδα

2013-12-27 12.39.43

ΠΑΓΩΜΕΝΗ ΑΓΑΠΗ

Ερωτική περίπτυξη

κρύσταλλου που αγκαλιάζει

δέντρου κλαδί

μην και του σπάσει

μην και το χάσει

κι απ’ την αγάπη

την πολλή

ο πάγος το σκεπάζει

με του θανάτου τα φτερά

κι ακούς ξερούς

και ραγισμένους στεναγμούς

πόνου και αγωνίας

κλαδιών που σπάζοντας

πέφτουν στον παγωμένο δρόμο

ICY LOVE

Erotic embrace

of crystalline ice

with tree branch

that it won’t break

that it won’t lose it

in its endless love

it shrouds it

with the wings of death

you hear them

dry creaks

cracked sighs

of pain and agony

of tears dropping

on the frozen street

“Autumn Leaves”-Unpublished Book

“Φύλλα Φθινοπώρου”-Ανέκδοτο Βιβλίο